28 Ιουνίου 1389: Η Μάχη του Κοσσυφοπεδίου

  • 28/6/2025 • 19 προβολές
Η επέκταση και η εξάπλωση των Οθωμανών προχωρούσε στα Βαλκάνια, με τους Τούρκους μπέηδες και πασάδες να προσπαθούν να επιβάλλουν την κυριαρχία τους μεταξύ των σλάβικων, των βουλγάρικων και των ελληνικών κοινοτήτων. Νέος σουλτάνος είναι ο γιος του Ορχάν, Μουράτ ο Α’, με το κράτος των Οθωμανών να εκτείνεται στα δυτικά ως το Μοναστήρι, βόρεια ως τη Νις και να περιλαμβάνει και τη Θεσσαλονίκη.

Η προσπάθεια των Σέρβων να αποτινάξουν την τουρκική κυριαρχία είχε μια πρόσκαιρη επιτυχία. Το 1387 νικούν τους Τούρκους κοντά στις όχθες του ποταμού Τόπλιτσα. Δυο χρόνια αργότερα, οι Τούρκοι με τον Μουράτ επικεφαλής, κινούνται εναντίον τους με εκδικητικές διαθέσεις. Νωρίς το πρωί της 15ης Ιουνίου του 1389, την ώρα που ο Σουλτάνος προετοιμαζόταν για την μάχη, ένας Σέρβος τον μαχαιρώνει στην καρδιά. Επρόκειτω για έναν θρυλικό ιππότη, ο οποίος είχε καταφέρει να εισχωρήσει κρυφά στις εχθρικές γραμμές. Ωστόσο οι Οθωμανοί συνέρχονται γρήγορα, καθώς στην εκστρατεία συμμετείχαν οι δυο γιοι του νεκρού Μουράτ. Ο μεγαλύτερος, ο Βαγιαζήτ, αναλαμβάνει αμέσως την ηγεσία, η είδηση της δολοφονίας τους Σουλτάνου αποσιωπάται και η μάχη αρχίζει με τους Οθωμανούς να νικούν μέχρι το τέλος της ημέρας τους Χριστιανούς. Ο Βασιλιάς των Σέρβων Λάζαρος (Лазар Хребељановић), αιχμαλωτίζεται και θανατώνεται στον τόπο όπου δολοφονήθηκε ο Μουράτ. Ο Βαγιαζήτ ανακηρύσσεται και επίσημα Σουλτάνος και, για να μην υπάρξει θέμα αμφισβήτησης της εξουσίας του, διατάζει τον απαγχονισμό του αδερφού του.

Στην Κωνσταντινούπολη, η είδηση της ήττας σήμανε τον εκφυλισμό της παμβαλκανικής κίνησης. Η προσπάθεια για μια «Ορθόδοξη σταυροφορία» σκόνταφτε στους τοπικούς ανταγωνισμούς, στην αδυναμία των βαλκανικών κρατών, αλλά και στην απουσία ενός ισχυρού κέντρου το οποίο θα ενοποιούσε και θα οργάνωνε μια τέτοια κίνηση. Κάθε προσπάθεια στο μέλλον για μια τέτοια βαλκανική σταυροφορία ναυάγησε οριστικά.

Η ήττα των Σέρβων στο Κοσσυφοπέδιο εξασφάλιζε στους Οθωμανούς την κυριαρχία στα Βαλκάνια, με ελεύθερες ορισμένες περιοχές της Αλβανίας και της Ελλάδος. Το 1394 ο Οθωμανικός στρατός θα εισβάλλει στην Πελοπόννησο για να καταστήσει τους τοπικούς ηγεμόνες φόρου υποτελείς στον Σουλτάνο. Ο Βαγιαζήτ θα σχεδιάσει την πολιορκία της Πόλης, όμως θα τον καθυστερήσει η σταυροφορία της Δύσης.

Η μάχη του Κοσσυφοπεδίου όπως την ιστορεί ο ιστορικός Σαράντος Καργάκος

Το Κοσσυφοπέδιο είναι ιερός τόπος για τους Σέρβους γιατί εκεί έχουν γραφτεί οι πιο αιματηρές και πιο λαμπρές σελίδες της Ιστορίας τους. Κατά πρώτον στο Κοσσυφοπέδιο έγινε η μεγάλη μάχη που έκρινε την ελευθερία όχι μόνο της Σερβίας αλλά ολόκληρης της Βαλκανικής, ίσως δε και της καταρρέουσας αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως. Οι Οθωμανοί με τον φοβερό Μουράτ Α’ (1359- 1389) είχαν κατακτήσει τις κυριότερες πόλεις της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας: Αδριανούπολη, που έγινε δεύτερη μετά την Προύσα πρωτεύουσά τους, Φιλιππούπολη, Σέρρας και υποχρέωσαν τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο να τους πληρώνει ετήσιο φόρο. Ακολούθως ο Μουράτ κατέλαβε την Κρόια (Κρούγια) στην Αλβανία, τη Σόφια και τη Θεσσαλονίκη. Προ του ενδεχομένου μιας πλήρους υποταγής ολόκληρης της Βαλκανικής, συνασπίστηκαν οι ηγεμόνες της Σερβίας, Βουλγαρίας, Βοσνίας βοηθούμενοι από τους Ούγγρους και τους Αλβανούς. Η κρίσιμη μάχη έγινε στο Κοσσυφοπέδιο ανάμεσα στους Σέρβους υπό τον Στέφανο Γκερμλιάνοβιτς (=Γαβριηλόνοβιτς) και τον Μουράτ.

Στη μάχη αυτή οι Σέρβοι νικήθηκαν ολοκληρωτικά. Περίπου 35.000 χριστιανοί και 100.000 Τούρκοι σκοτώθηκαν. Ένα λαϊκό τραγούδι, λέει πως το σερβικό κράτος πνίγηκε στο αίμα. Η μάχη του Κοσσυφοπεδίου καθόρισε εν πολλοίς την τύχη της Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης. Η μάχη έγινε την 15η Ιουνίου 1389. Οι αντίπαλοι παρατάχθηκαν εκατέρωθεν του ποταμού Λάβα, σ’ ένα μέρος που ο βυζαντινός ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης ονομάζει «πεδίον το Κόσσοβον». Τον χριστιανικό στρατό αποτελούσαν, πλην του Κράλη Στεφάνου και του ανεψιού του Βουκ Μπράνκοβιτς, ο βασιλιάς της Βοσνίας Στέφανος και ο βασιλιάς της Ερζεγοβίνης. Ήταν ακόμη και πολλοί Βούλγαροι. Οι τουρκικές πηγές ανεβάζουν τους χριστιανούς στον υπερβολικό αριθμό των 200 ή 300.000 ανδρών. Οι Σέρβοι πάλι μιλάνε για τριπλάσιες δυνάμεις των Οθωμανών. Σε κάθε περίπτωση, ο Τούρκος χρονογράφος Σεαδεδίν γράφει πως όταν ο σουλτάνος Μουράτ αντίκρυσε από ένα λόφο το πλήθος των θωρακισμένων χριστιανών, νόμισε πως έβλεπε ένα πέλαγος σιδήρου. Επικεφαλής του τουρκικού στρατού ήταν ο ίδιος ο Μουράτ, οι γιοι του Βαγιαζήτ και Ιακώβ και σπουδαίοι στρατηγοί, όπως ο μεγάλος βεζύρης Αλής, ο Τρικουρτάς, ο Μπαλαμπάν μπέης, ο Εβρενός μπέης. Στο πλευρό των Τούρκων πολέμησαν και υποτελείς χριστιανοί μ’ επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Δραγάση αυθέντη των Ουλπιανών (Κιουστεντήλ).

Η μάχη άρχισε μ’ επίθεση των Τούρκων ψιλών από τα δύο άκρα, αλλ’ η φάλαγγα των Σέρβων παρέμενε σταθερή. Επακολούθησε τοξομαχία και μετά επίθεση των Σέρβων κατά των τουρκικών γραμμών. Η αριστερή πλευρά των Τούρκων άρχισε να κλονίζεται και η νίκη φαινόταν να χαμογελά στους Σέρβους. Εκείνη τη στιγμή όρμησε έφιππος ο Βαγιαζήτ, ο καλούμενος Γιλδιρίμ (= κεραυνός) και κραδαίνοντας σιδερένιο ρόπαλο (κορύνη) άρχισε να χτυπά μαινόμενος τους Σέρβους ιππείς. Το παράδειγμα του Βαγιαζήτ μιμήθηκαν κι άλλοι Τούρκοι επιφανείς κι έτσι μετ’ από λίγο η νίκη έκλινε προς το μέρος των Τούρκων. Οι απώλειες και των δύο στρατών ήσαν μεγάλες. Ο χρονογράφος Σεαδεδίν, με την χαρακτηρίζουσα τους Ανατολίτες ποιητική υπερβολή, γράφει, κατά μετάφραση του Σπ. Λάμπρου τα εξής: «Υπό ποταμών αιμάτων αι αδαμάντινες κοπίδες μετεβλήθησαν εις υακινθίνας, και των ακοντίων ο απαστράπτων χάλυψ εις ρουβίνιον, υπό δε του πλήθους αποτετμημένων κεφαλών και κυλινδουμένων τουρβανίων μετετράπη το πεδίον της μάχης εις πολύχρωμον ανθώνα λειρίων» (Σπ. Λάμπρος: «Ιστορία της Ελλάδος», τόμ. 6ος, σελ. 678). Η λέξη «λειρί» εδώ έχει την αρχική σημασία, που είναι το αρχαίο λείριον, που σημαίνει κρίνος.

Στη μάχη αυτή σκοτώθηκαν και οι δύο αντίπαλοι ηγεμόνες. Για το θάνατο του Μουράτ έχουν γραφτεί πολλά. Ασυμφωνία υπάρχει και ως προς το όνομα του φονέα: άλλοι τον λέγουν Όμπιλιτς (Милош Обилић) και άλλοι Κομπίλοβιτς. Ο Λάμπρος προτιμά το όνομα Μίλος Κομπίλοβιτς και εκθέτει τα γεγονότα ως εξής: η μάχη είχε τελειώσει. Ο Μουράτ παρακολουθούσε την επιστροφή της νικηφόρας στρατιάς του. Ένας από τους ηττημένους εχθρούς, ο Μίλος Κομπίλοβιτς, τον πλησίασε και προσποιήθηκε ότι θέλει να ασπασθεί τα πόδια του, δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την προσχώρησή του στον μωαμεθανισμό. Ανύποπτος ο Μουράτ, έπεσε από το κτύπημα του ξίφους του. Ο Κράλης Λάζαρος που είχε συλληφθεί, οδηγήθηκε στο σημείο που είχε δολοφονηθεί ο Μουράτ και αποκεφαλίστηκε.

Τον τουρκικό θρόνο πήρε, σύμφωνα με την επιθυμία του Μουράτ, ο τρομερός Βαγιαζήτ, ο οποίος μετέφερε την σωρό του πατέρα του στην Προύσα και την ετοποθέτησε στο εκεί τζαμί, που είχε κτίσει ο ίδιος ο Μουράτ. Εκεί φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Η μάχη του Κοσσυφοπεδίου πέρασε στο θρύλο. Γράφει ο Λάμπρος: «Ποιητικοί θρύλοι του σερβικού λαού και δημώδη άσματα περιέβαλλον την μνήμην του ήρωος Λαζάρου και εθόλωσαν την αληθινήν παράστασιν της μεγάλης εν Κοσσυφοπεδίω μάχης» (όπ. παρ., σελ. 678). Ακριβώς λόγω της ασαφείας των ειδήσεων, στη Δύση διαδόθηκε πως νίκησαν οι χριστιανοί και γι’ αυτό έγινε δοξολογία στην Παναγία των Παρισίων παρουσία του βασιλιά Καρόλου ΣΤ’. Η αλήθεια είναι πως η νίκη των Τούρκων ήταν καθοριστική κι έκρινε την τύχη των λαών της Βαλκανικής. Μετά από λίγα χρόνια η Σερβία και η Βουλγαρία έγιναν υποτελείς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. [Σ.τ.Σ.] Όμως, το παράδειγμα και ο συμβολισμός του ηρωισμού των μαχητών, ιδίως του ιππότη που κατάφερε να φονεύσει τον πανίσχυρο Οθωμανό, έμειναν στην ιστορία. Όταν σε νεώτερη εποχή οι Σέρβοι απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, προς τιμήν του Μίλος Όμπιλιτς ή Κομπίλοβιτς καθιέρωσαν μετάλλιο ανδρείας που απονέμεται σ’ αυτούς που διακρίνονται στα πεδία των μαχών.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ